ΕΡΩΤΗΣΗ: Σας αποκαλούν χρόνια τώρα και εξακολουθούν να σας αποκαλούν «Πάπα της αντι-ψυχιατρικής κίνησης». Τι λέτε γι’ αυτόν τον «τίτλο» ; R. D. LAING: Εγώ ποτέ δεν χρησιμοποίησα αυτόν τον όρο. Τον εφηύρε με την γνωστή επιτυχία ο φίλος μου και καλός συνάδελφος David Cooper. Πίστεψε πως με αυτόν τον όρο θα ανατάραζε τα λιμνασμένα νερά στην οποία επιπλέει με αυταρέσκεια το ψυχιατρικό επάγγελμα. Με το σύνθημα της αντι-ψυχιατρικής θα ξεπηδούσε, και αυτό επιδίωξε άλλωστε, μία νέα κατάσταση. Εγώ όμως δεν ασπάστηκα ποτέ όλες τις θέσεις της αντι-ψυχιατρικής, όπως δεν ασπάστηκα βέβαια και εκείνες της παραδοσιακής ψυχιατρικής. Αν και αισθάνομαι φυσικά πλησιέστερα στις πρώτες… ΕΡΩΤΗΣΗ: Τι ακριβώς εννοούν όταν κάνουν λόγο για «αντι-ψυχιατρική» ; Και γιατί αρνείστε για τον εαυτό σας αυτόν τον όρο ; R. D. LAING: Λέγοντας «αντι-ψυχιατρική» εννοούμε την θεραπευτική εκείνη που καταργεί τα ψυχιατρεία, αγωνίζεται ενάντια στην απάνθρωπη απομόνωση του άρρωστου, εγκαθιστά τον θεωρούμενο σαν «απραγματοποίητο» διάλογο με τον σχιζοφρενή, τον αφήνει να φθάσει στο ακρότατο σύνορο του παραληρήματός του με κίνδυνο να «χαθεί» ή να επιστρέψει θεραπευμένος, αρνείται τις καταπιεστικές λύσεις ή τις προσωρινές των κατευναστικών, τα ηλεκτροσόκ, κ.λπ. και διακηρύσσει στο τέλος πως η κοινωνία αποκαλεί «τρελό» αυτόν που διαλέγει δρόμους που αυτή δεν αναγνωρίζει ή δεν αποδέχεται. Και τώρα έρχομαι στην δεύτερη ερώτησή σας. Πιστεύω ότι σε όλους αυτούς τους όρους, όπως αντι-ψυχιατρική, αντι.θέατρο, αντι-εκπαίδευση, υπάρχει ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό πρόκλησης. Εγώ όμως δεν σκοπεύω να προσδώσω αξία στην παραδοσιακή ψυχιατρική υιοθετώντας κάποια αντίθετη από αυτήν θέση. Προτιμώ να την περιφρονήσω τελείως. Αυτό ο τίτλος «γροθιά» της «αντι-ψυχιατρικής», ενώ ίσως εντυπωσιάζει τα πλήθη, περιορίζει εν τούτοις το πρόβλημα και το παρασύρει σε μία εξάρτηση των νέων θέσεων από ένα προσδιορισμένο παρελθόν. ΕΡΩΤΗΣΗ: Η μεγάλη φήμη σας έγκειται επίσης στο ότι έχετε καταγγείλει την οικογένεια σαν μία από τις περισσότερο καταπιεστικές δυνάμεις μέσα στην σύγχρονη κοινωνία. R. D.
LAING: Πρώτα – πρώτα δεν
έχω στραφεί καθόλου εναντίον της οικογένειας. Ποτέ
δεν την έκρινα σαν επίφοβο
κοινωνικό θεσμό, αλλά απλώς κατάγγειλα ορισμένους
τύπους κοινωνικών διεργασιών
που μεταδίδονται μέσω του συστήματος της
οικογένειας. Παραδείγματα αυτού
αποτελούν οι «έντεκα περιπτώσεις» που μελέτησα με
τον δρα Α. Έστερσον το
1963. Επρόκειτο για νεαρές σχιζοφρενείς και τις
συνομιλίες που είχαμε,
όχι μονάχα μαζί τους αλλά και με όλα τα μέλη της
οικογένειάς τους, πατέρα,
μητέρα, αδέλφια, θείες, θείους, παππούδες κ.ο.κ. με
όλους εκείνους δηλαδή
που είχανε παίξει την μία ή την άλλη στιγμή κάποιο
σημαντικό ρόλο στην
ζωή τους, και αυτό επί τρεις γενεές. Γιατί πολλές
φορές το ίδιο σενάριο
επαναλαμβάνεται από γενεά σε γενεά. Κολλάνε λόγου
χάρη σε ένα αγοράκι την
εικόνα του παππού του που πέθανε πριν αυτό γεννηθεί,
του δίνουν το όνομά
του, και το θεωρούν σαν «φτυστός ο ίδιος». Την ημέρα
που το παιδί αυτό
δεν θα ανταποκρίνεται πια στην εικόνα που έχουν
«σχηματίσει» για εκείνο
οι δικοί του, αρχίζουν να το βρίσκουν «ιδιόρρυθμο»,
ενώ το παιδί για να
γλιτώσει από το οικογενειακό φάντασμα καταφεύγει στο
εξωπραγματικό και
το φανταστικό, γίνεται «σχιζοφρενικό». Ή έχουμε το
παράδειγμα της μητέρας
που για να καθησυχάσει τον εαυτό της γιατί βλέπει
την υπάκουη έως τώρα
κόρη της να γίνεται αυθάδης, δηλώνει πως η κόρη της
είναι παλαβή. Η στάση
όμως της μητέρας, ίσως να είναι η αντανάκλαση ενός
σενάριου που παίχτηκε
πριν από 20 ή 30 χρόνια με την γιαγιά και που εκείνη
κράταγε τον ρόλο που
τώρα κρατάει η κόρη της… Όλες αυτές οι διεργασίες
που καταλήγουν σε αδιέξοδα,
πλέγματα και δεσμεύσεις, από πολλούς γίνονται
ανεκτές, αφού φοβούνται να
τις παραβούν, ενώ πολλοί άλλοι αρνούνται να τις
ζήσουν. Οι δύο αντίθετες
αυτές αντιδράσεις παρουσιάζονται πολλές φορές και
μέσα στην ίδια οικογένεια.
Αυτές τις απλές αλήθειες αρκέστηκα να πω,
γιατί είναι καιρός πια
να τις συνειδητοποιήσουμε. Ποτέ όμως δεν ξεσήκωσα τα
παιδιά ενάντια στους
γονείς τους, ποτέ δεν είπα ότι τα πρώτα είναι «οι
καλοί» και οι γονείς
πάντοτε «οι κακοί». Πρέπει να καταλάβουμε πως σε
έναν πολύ γενικότερο τομέα,
τα τελευταία 20 – 30 χρόνια στις χώρες της Δύσης η
οικογένεια για πρώτη
φορά στην Ιστορία της έχει διαρραγεί, έχει σπάσει σε
χίλια κομμάτια. Σήμερα,
αν θέλουμε να αποκτήσουμε και να μεγαλώσουμε παιδιά
, πρέπει να παραδεχθούμε
πως ζούμε μία μεταβατική κατάσταση: σκοπός μας είναι
να εκμεταλλευθούμε
όσο το δυνατόν με πιο μεγάλη επιτυχία την ευελιξία
της δυτικής «πλουραλιστικής»
και αντιφατικής κοινωνίας μας, για να υιοθετήσουμε,
όσο γίνεται, μία λιγότερο
δυσάρεστη συμβίωση.
R. D. LAING: Όχι. Η παραδοσιακή ψυχιατρική υποστηρίζει πάντα πως η ασθένεια είναι μία ύπουλη εξελισσόμενη κατάσταση, που προχωράει επιδεινούμενη, ενάντια στην οποία τίποτε απολύτως δεν μπορεί να γίνει, παρά μόνο να βελτιώνεται λίγο η κατάσταση ή να εξαφανίζονται μερικά συμπτώματα με την χρήση λ.χ. κατευναστικών. Κανείς όμως δεν επιτέθηκε ενάντια στα αίτια της αρρώστιας. Υπάρχει εξάλλου μία μεγάλη παρεξήγηση: η στάση μου δεν ξεκινάει καθόλου από κάποιον νοσηρό ρομαντισμό. Ποτέ δεν «ενεθάρρυνα» κανένα να γίνει ψυχωτικός. Ούτε και υποστήριξα ποτέ μου ότι η ψυχωτική εμπειρία είναι μία ωραία και ειδυλλιακή στιγμή. Η ψύχωση είναι ένας κόσμος τρόμου και σύγχυσης, φρίκης, απομόνωσης και μελαγχολίας. Σε κανέναν δεν είπα ποτέ να καλλιεργήσει την τρέλα του. Είπα απλώς πως άμα γίνει το κακό η κοινωνία πρέπει, για το δικό της καλό, να βρει τον καλύτερο χώρο για να τον βάλει για θεραπεία και πως από όλους τους χώρους που διαθέτει αυτή την στιγμή ο χειρότερος είναι το ψυχιατρικό άσυλο. ΕΡΩΤΗΣΗ: Γιατί ; R. D. LAING: Γιατί αν ήμουν τρελός ή κόντευα να γίνω, ο χώρος αυτός της απομόνωσης από τον κόσμο και της μόνιμης καταπίεσης θα με αποτρέλαινε… ΕΡΩΤΗΣΗ: Για αυτό ιδρύσατε μία θεραπευτική κοινότητα χωρίς ιεραρχία και καταναγκασμούς στο Κίνγκσλεϋ Χωλ ; R. D. LAING: Το ζήτημα που με απασχόλησε τότε ήταν πού θα βρω μέσα στο Λονδίνο έναν χώρο, όπου θα μπορούν να καταφεύγουν όσοι έχουν ανάγκη. Πού θα εύρισκα δηλαδή ένα πνευματικό και διανοητικό άσυλο, στο οποίο οι άνθρωποι θα μπορούν να πηγαίνουν αλλά και να φεύγουν από αυτό όποτε το θελήσουν. Υπάρχουν σήμερα στο Λονδίνο 5 θεραπευτήρια που δουλεύουν σύμφωνα με τις γενικές αρχές της πολιτικής που πρωτοεφάρμοσε το Κίνγκσλεϋ Χωλ. Ήταν το αντίθετο ακριβώς από ένα ψυχιατρείο. Δεν υπήρχε ούτε Διεύθυνση, ούτε γιατροί, ούτε άρρωστοι. Αφήναμε τους ανθρώπους να προχωρούν μέχρι τα ακρότατα όρια του ταξιδιού τους στον κόσμο της τρέλας, να ξαναζήσουνε τον κύκλο της ζωής αναδρομικά, να ξαναγίνουν έφηβοι, παιδιά, έμβρυα, να λυτρωθούν από τους τραυματισμούς και τους κλονισμούς. Αρνιόμασταν φυσικά τα κατευναστικά, τα ηλεκτροσόκ και κάθε τι που σβήνει την εμπειρία. Δεν πρέπει η μαρτυρία του άρρωστου να διατυπωθεί εκ των υστέρων και ατελώς, με βάση διάφορες παραμορφωμένες ημι-αναμνήσεις. Όταν «σαλέψει» το μυαλό δεν πρόκειται για μία απλή απώλεια μέσα στον άνθρωπο. Η σύγχυση τονίζει μερικές πτυχές που μπορούν να αποβούν πολύ διαφωτιστικές για την εξερεύνηση της σκέψης. Δεν λέω βέβαια πως πρέπει να γίνε κανείς ψυχοπαθής για κάτι τέτοιο, αλλά ότι απλώς πρέπει να χρησιμοποιηθούν οι θετικές πλευρές της ψυχασθένειας. Δεν επιτρέπεται η χρόνια ή ισόβια υποδούλωση του άρρωστου με κατευναστικά, με την δικαιολογία ότι τάχα έτσι δεν θα ξαναπάθει κρίσεις. Σβήνουμε ίσως τα φαινομενικά συμπτώματα με αυτόν τον τρόπο, δεν κτυπάμε όμως στην ρίζα του το κακό. ΕΡΩΤΗΣΗ: Και να οι άρρωστοι γίνουν επικίνδυνοι ; Αν σας επιτεθούν ; R. D. LAING: Θα υπερασπισθώ τον εαυτό μου. Δεν έχω λόγο να λυπηθώ έναν επιτιθέμενο επειδή είναι άρρωστος. Πρώτα θα τον καταστήσω ακίνδυνο και μετά θα τον «θεραπεύσω». Όταν ένας άρρωστος απειλεί την κοινωνία, το πρόβλημα φυσικά είναι μεγάλο. Όπως όμως ο σχιζοφρενής έχει μειωμένη σεξουαλική ικανότητα, έτσι και οι επιθετικές παρορμήσεις του είναι πιο εξασθενημένες από εκείνες του «φυσιολογικού» ανθρώπου. Συγκρίνοντας μάλιστα σχιζοφρενείς και «φυσιολογικούς», οι δεύτεροι διαπράττουν πολύ περισσότερες βίαιες πράξεις από τους πρώτους. Το ψυχιατρικό άσυλο δεν πρέπει να ταυτιστεί με την έννοια της φυλακής. ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιος λοιπόν κατά την γνώμη σας είναι καλός ψυχίατρος ; R. D. LAING: Ονειρεύομαι μία ιατρική γνώση που να αγκαλιάζει, όπως και στην αρχαιότητα, τις επί μέρους γνώσεις των διανοητικών, συγκινησιακών και ανατομικών δομών, καθώς και των φυσικών διεργασιών και των χημικών ανταλλαγών στο μοριακό επίπεδο επίσης, όπως και των σχέσεων όλων αυτών των παραγόντων προς τις κοινωνικές διεργασίες. Όταν ένας ιατρός της εποχής του Ιπποκράτη πήγαινε να επισκεφθεί ένα χωριό, όλοι περίμεναν από αυτόν να είναι πλήρως κατατοπισμένος πάνω στους άνεμους που φυσάνε στην περιοχή, στις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας και στο ποσοστό υγρασίας. Περίμεναν από αυτόν ακόμα να γνωρίζει καλά την φύση του κοινωνικού συστήματος, καθώς και τον οικονομικό και αστρολογικό του προσανατολισμό. Ο γιατρός έπρεπε να έχει σαφή γνώση του συνολικού πλαίσιου προτού πάει να διαπιστώσει το συμβαίνει στο σώμα ενός κάτοικου αυτής της περιοχής, αν λ.χ. έχει πυρετό ή βγάζει άναρθρες κραυγές. Ποτέ δεν περίμεναν από αυτόν να ρίξει μία σύντομη ματιά στον άρρωστο και να τον αποκόψει από το περιβάλλον του. Το περιβάλλον αυτό συμπεριλαμβανόταν μέσα στην διάγνωση του ιατρού. Πάνω σε
αυτό το ζήτημα, οι σημερινοί
άνθρωπο ιαι κύρια οι σύγχρονοι ιατροί έχουν διδαχθεί
να φοράνε παρωπίδες.
Τους μεταδίδουν μία μοναδική μορφή επαγγελματικής
τύφλωσης, που είναι σχεδόν
συμφυής του επαγγέλματός
τους.
(Η συνέντευξη
πάρθηκε για λογαριασμό γαλλικού περιοδικού τον
Ιούλιο του 1971. Αναδημοσιεύθηκε
στο τεύχος 1 του περιοδικού «Ανοιχτή Πόλη»,
Οκτώβριος 1980)
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ: ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993) |