Ο S. Clay Wilson γεννήθηκε το 1942 στο Λίνκολν της Νεμπράσκα, γιός μίας τυπικής εργατικής οικογένειας. Στην δεκαετία του 60 μετακόμισε στο Σαν Φραντσίσκο, όπυο και συνάντησε τους υπόλοιπους (ανερχόμενους τότε) αντεργκράουντ κομικαδόρους της Δυτικής Ακτής.(Spain, Robert Crumb, Gilbert Shelton, κλπ). «Μέσω του Don Donahue γνωρίστηκα με τον Robert Crumb και τον επισκέφθηκα στο σπίτι του, πηγαίνοντάς του θυμάμαι και ένα πορτφόλιο με δικά μου κόμικς. Μου αρέσανε τα κόμικς του προτού γίνουμε φίλοι. Μετά από λίγη ώρα ήμασταν και οι δύο μας φτιαγμένο και πίττα στο πιοτό. Ενθουσιάστηκε από το πορτφόλίό μου και, αφού πρώτα με παρακολούθησε καθώς έκανα επιτόπου ένα καινούργιο σχέδιο, με ρώτησε τι θα έλεγα σχετικά με το να επεκτείνουμε την ιδέα των κόμικς μέσα στον χώρο του αντεργκράουντ, να κάνουμε δηλαδή αντεργκράουντ κόμικς». «Εννοούσε δηλαδή να τυπώνουμε μόνοι μας τις δουλειές μας αντί να κρεμόμαστε από τ’ αρχ… των μεγαλοεκδοτών, όπως η Marvel Comics. Συμφώνησα στην γενικότερη αντίληψη που εξέφραζε η πρότασή του και μου είπε να κάνω 2-3 σειρές κόμικς για αρχή. Ύστερα μπάσαμε στο κόλπο και τους Rick Griffin και Victor Moscoso που τότε έκαναν γραφίστικες δουλειές στα ψυχεδελικά πόστερς των κέντρων «Fillmore» και «Avalon». Φτιάξαμε μία εκδοτική παρέα και συμφωνήσαμε στην έκδοση των «Zap Comix», τα οποία αρχίσαμε να πουλάμε μόνοι μας από το πορτ-μπαγκάζ ενός αυτοκινήτου, ήτοι κινητό βιβλιοπωλείο και τα σχετικά…» Καθώς
τα «Zap Comix» εμφανίστηκαν
ταυτόχρονα με το μπουμ της Ψυχεδέλειας στο Σαν
Φραντσίσκο, φέρανε μία πραγματική
ανακατάταξη αξιών όχι μόνο στην μορφή αλλά και στο
περιεχόμενο των μέχρι
τότε κυκλοφορούντων κόμικς. Από τα «Zap Comix» και
μετά, το φαινόμενο των
κόμικς καθιερώνεται ως ένα δυναμικό μέσο
πρωτοποριακής έκφρασης, πλούσιο
και σημαντικό στον ίδιο βαθμό με την κινηματογραφική
κάμερα και την μουσική
Ροκ.
Αντίθετα
από τους υπόλοιπους αντεργκράουντ
σχεδιαστές που συμπαθούσαν την χίπικη Flower Power,
τα κόμικς του S. Clay
Wilson (ο Κάπταιν Rissgums, η Ρούμπυ η Λεσβία, ο
Καρρώ Δαίμονας) υπήρξαν
άγρια, βίαια, απομυθοποιητικά, και όχι λίγες φορές
οι ωμές εικόνες τους
σοκάριζαν ακόμα και τους πιο freaky συναδέλφους του.
Η δουλειά του Wilson
αποτελεί συνειδητή αντι-τέχνη, αντι-κουλτούρα και
αντι-αισθητική.
Δύο περίπου χρόνια μετά την πρώτη εμφάνιση των «Zap Comix», ο S. Clay Wilson άρχισε πια να ζει από τα κόμικς του. Στα 1969 με 70, εκείνοι οι ίδιοι μαγαζάτορες που δύο χρόνια πριν του κάνανε το βαρύ πεπόνι και, ως «άσημο σκιτσαδόρο», απέφευγαν να τον βάλουνε στα μαγαζιά τους, τώρα πια τρώγονταν να μπούνε έγκαιρα στην λίστα αναμονής για τις παραγγελίες των νέων του κόμικς. Ο «υπερβίαιος» αυτός νεαρός κομικογράφος από την Νεμπράσκα είχε μπει πανηγυρικά στο πάνθεον του Αντεργκράουντ ως ισότιμο αστέρι με ανθρώπους όπως οι Cramb, Cobb, Shelton, Spain κ. ά. Μοτοσυκλετιστές, λεσβίες, σαδομαζοχιστές, αλήτες, πειρατές, λήσταρχοι και λοιποί εκλεκτοί νέοι και νεανίδες παρελαύνουν μέσα στις σχεδιοϊστορίες του, που πέρα από εκείνες του Rodrigues Spain αποτελούνε τις πιο αγαπημένες των «Hell’s Angels» της Καλιφόρνια, που τις πρωτογνώρισαν όταν κάποτε ο Wilson «λάδωσε» με ένα πορτφόλιό του τον αρχηγό του τοπικού παρατήματος του Ώκλαντ, τον γνωστό Sonny Barger, για να τον αφήσει να μπει τσάμπα σε μία συναυλία της Janis Joplin, όπου οι «Άγγελοι της Κόλασης» έπαιζαν ρόλο περιφρούρησης. «Πάρα πολλοί άνθρωποι ξετρελαίνονται με τον Καρρώ Δαίμονα, ίσως γιατί αντιπροσωπεύει το λούμπεν στοιχείο. Η συμπεριφορά του δεν κολλάει στις γνωστές «κεχαριτωμένες» των υπαρχόντων ήδη χαρακτήρων που πρωταγωνιστούν στα χιλιάδες κόμικς που κυκλοφορούν. Είναι μπαμπέσης και κυνικός, άρα πιστεύω ότι αρκετοί άνθρωποι αισθάνονται επαρκώς ταυτισμένοι με τον τύπο που αυτός τόσο έντονα εκπροσωπεί…» Μακριά από τα τετραγωνάκια των κόμικς του, ο S. Clay Wilson παραμένει ένας συνηθισμένος άνθρωπος, που απλώς αρέσκεται να συχνάζει πού και πού στο «Dick’s Bar» του Σαν Φραντσίσκο, μελετώντας ανθρώπινες φάτσες και συμπεριφορές. Ο ίδιος θα περιγράψει καλύτερα τον εαυτό του με τα ακόλουθα λόγια: «Δεν θεωρώ τον εαυτό μου πιο αλλόκοτο από τον μέσο άνθρωπο, τουλάχιστον από τους μέσους ανθρώπους που εγώ ήδη γνωρίζω. Θέλω δηλαδή να πω ότι και εγώ έχω μία κυρά, τρώγω και αφοδεύω, πηγαίνω στον κινηματογράφο και κόβω βόλτες στην ακροθαλασσιά. Ό,τι κάνει δηλαδή ο οποιοσδήποτε άλλος άνθρωπος που παμψηφεί οι οποιοιδήποτε άλλοι θα τον ανακήρυσσαν 100 % νορμάλ…» Βλάσης
Ρασσιάς
(Δημοσιεύθηκε
στο 14ο τεύχος του περιοδικού «Ανοιχτή Πόλη», τον
Μάρτιο του 1988).
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ: ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993) |