Η θεωρία αυτή επιβεβαιώθηκε προσφάτως από τις δημοσιεύσεις του αρχαιολόγου Θεοδώρου Σπυρόπουλου, σχετικά με τους ανακαλυφθέντες στην Πελλάνα ηγεμονικούς τύμβους στους οποίους είχαν ταφεί οι Μινύες βασιλείς της Λακεδαίμονος μίας προϊστορικής χρονικής περιόδου που ξεπερνούσε τη χιλιετία (αυτοί οι ηγεμονικοί τύμβοι της Πελλάνας, αποτελούν το σημαντικότερο ταφικό σύνολο του προϊστορικού Ελληνισμού), και σχετικά με το ανάκτορο του Μενελάου που εντοπίσθηκε στη νότια πλευρά του εκεί υψώματος Παλαιόκαστρο, κτισμένο εξακολουθητικά επάνω στα ερείπια των παλαιοτέρων Μινυακών ανακτόρων. Αναφορικά με τους τύμβους, ο αρχαιολόγος παρατηρεί μάλιστα ότι γύρω στα 1700 π.α.χ.χ. οι μεγαλύτεροι εξ αυτών δείχνουν κατεστραμμένοι για την ανάγκη κατασκευής στη θέση τους ενός πελωρίου λαξευτού τάφου, ομοίου εκείνων του βασιλικού περιβόλου των Μυκηνών, στους οποίους ο Schliemann ανεκάλυψε τους χρυσοφόρους βασιλείς των Μυκηνών, και αυτή η διαφοροποίηση μαρτυρεί την άφιξη ενός νέου φυλετικού στοιχείου, των Αχαιών. Το μενελάϊο ανάκτορο, τρίτο κατά
σειράν των Μυκηναϊκών ανακτόρων της Πελλάνας, αποτελούσε ένα τεράστιο οικιστικό
και διοικητικό συγκρότημα με κέντρο του το Μέγαρον του βασιλέως, ένα μεγάλο
ορθογώνιο κτίριο με τρείς χώρους (Αίθουσα, Πρόδομος και Έσω Μέγαρον) και
εντυπωσιακή τετράστυλο Εστία. Τα ερείπια του Mεγάρου, παρά τις πολλές φθορές
που υπέστησαν έως σήμερα, παραμένουν εντυπωσιακά, με πλάτος 13,5 μ. και
συνολικό μήκος 35 μ., που αποτελούν τις μεγαλύτερες εν Ελλάδι διαστάσεις
ανακτόρου. Το πλαισιωμένο από κυκλώπειο τείχος σύμπλεγμα, συμπληρωνόταν
από μεγάλη αυλή, Ιερό και διάφορα βοηθητικά κτίρια, όπως λ.χ. αρχεία, αποθήκες
και εργαστήρια.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
ΣΤΗΝ ΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΑΣ ΣΠΑΡΤΗΣ
|